
"Στον μονόλογο Prima Facie γίνομαι η Τέσσα. Μια πολύ πετυχημένη δικηγόρος, πολύ φιλόδοξη, πολύ ευφυής. Την παρακολουθούμε να τα καταφέρνει περίφημα, να πετυχαίνει, να κινείται με αυτοπεποίθηση μέσα στις δικαστικές αίθουσες, να ανεβαίνει κοινωνικά και να πιστεύει με κλειστά μάτια στον Νόμο και στη δικαιοσύνη. Κάποια στιγμή πέφτει θύμα σεξουαλικής κακοποίησης και περνάει στην άλλη πλευρά. Από την πλευρά της υπεράσπισης των θυτών περνάει σε εκείνη του θύματος. Από δικηγόρος γίνεται κατήγορος. Από εκεί ξεκινάει για εμένα και το κουκούτσι του έργου. Από τη στιγμή, δηλαδή, που βλέπουμε ότι το δικαστικό σύστημα είναι έτσι φτιαγμένο, ώστε να γίνεται πολύ δύσκολο για μια γυναίκα να βρει το δίκιο της σε μια υπόθεση σεξουαλικής κακοποίησης, ακόμη και αν πρόκειται για μια προνομιούχα γυναίκα όπως η Τέσσα, νομικός και η ίδια. Μέσα από την Τέσσα, η συγγραφέας του έργου, Suzie Miller, απευθύνει έκκληση να αλλάξει αυτό. Φυσικά, δεν προτείνει τον τρόπο, δεν είναι διδακτικό το έργο, αλλά διεκδικεί να αλλάξουν οι νόμοι, ώστε οι γυναίκες που έχουν υποστεί σεξουαλική κακοποίηση να μπορούν να ακουστούν και να δικαιωθούν. Το πολύ σημαντικό εδώ είναι ότι τη μετατόπιση που αξιώνουμε από την κοινωνία και το σύστημα τη βλέπουμε στην ίδια την ηρωίδα.
Η συγγραφέας του έργου είναι νομικός και ο άντρας της δικαστής. Όταν είχε έρθει στην Αθήνα, μου είπε ότι ήθελε να γράψει μια τέτοια ιστορία, γιατί έβλεπε πώς αντιμετωπίζονταν οι γυναίκες σε αυτές τις υποθέσεις μέσα στα δικαστήρια. Γι' αυτόν το λόγο, αφήνει τη μετατόπιση της ηρωίδας να συμβεί μπροστά στα μάτια μας. Επίσης η ηρωίδα ταυτίζεται με όλες τις πλευρές του χαρακτήρα μας: και με τις πιο σκληρές και φιλόδοξες και με τις πιο ευάλωτες και αδικημένες. Ήθελα μέσω της ερμηνείας μου να είναι εμφανείς και οι δύο πλευρές της Τέσσα, που για εμένα δεν είναι καθόλου περίεργο ότι συνυπάρχουν. Ήθελα να συμβούν κάποιες πολύ μικρές ρωγμές στο πρώτο μέρος, μέσα από τις οποίες θα εμφανιστούν χαρακτηριστικά που θα γίνουν πρωταγωνιστικά στη δεύτερη φάση της ιστορίας.

Δεν είναι τυχαίο ότι το έργο αυτό γράφτηκε ως μονόλογος. Επικοινωνεί το πόσο μόνες αισθανόμαστε εκεί έξω. Όχι μόνο μέσα σε μια δικαστική αίθουσα, αλλά παντού. Η Τέσσα είναι μόνη της μπροστά στους ενόρκους, στους θεατές, σε όλη την κοινωνία. Οι γυναίκες νιώθουμε μόνες μας. Είμαστε μόνες μας. Καταρχάς, δεν υπάρχει καμία μέριμνα από την πολιτεία για να μας προστατεύσει. Ακόμη και όταν έχουμε φίλους και συντρόφους, στην πιο κρίσιμη στιγμή θα βρεθούμε απροστάτευτες. Έχουμε πολύ δρόμο ακόμα για να νιώσουμε διαφορετικά. Προστατευμένες και ουσιαστικά άξιες υπεράσπισης. Σίγουρα γίνονται κάποια βήματα, αλλά δεν έχουμε λύσει ακόμα πολύ βασικά θέματα. Ακόμη και εμείς οι ίδιες δεν έχουμε πολλές φορές επίγνωση του πότε γινόμαστε θύματα κακοποίησης. Ζούμε σε μια κοινωνία που δεν σέβεται τα "όχι” μας. Η παράσταση ανοίγει τη συζήτηση για το τι είναι η συναίνεση στο σεξ. Ναι, μπορεί μια γυναίκα να συναινεί, αλλά συναίνεση δεν είναι απλώς ένα "ναι" ή ένα "όχι". Μπορεί μια γυναίκα να λέει "ναι"", αλλά πότε αυτό το "ναι" λέγεται υπό ψυχολογική βία; Είναι αυτό συναίνεση; Είναι πολύ ευχάριστο που έχει ανοίξει η συζήτηση για να προσδιοριστεί αυτός ο όρος. Πολλές θεάτριες, μετά το τέλος της παράστασης, μου λένε ότι δεν είχαν ιδέα τι τους είχε συμβεί. Βλέποντας το έργο κατάλαβαν. Και είναι εύκολο αυτό να γίνει όταν έχουμε μεγαλώσει μέσα σε μια πατριαρχική κοινωνία με όλα αυτά τα στερεότυπα. Είναι τόσο ριζωμένη η πατριαρχία μέσα μας, που δεν αναγνωρίζουμε και εμείς οι ίδιες τα "όχι” και τα "ναι" μας.
Μπαίνοντας καθημερινά σε αυτή την αυτοπαρατηρητική διαδικασία, νομίζω ότι πλέον δεν έχει να κάνει μόνο με τη συναίνεση στο σεξ. Πιστεύω ότι πρέπει να δούμε και να επανεξετάσουμε όλα τα "ναι" και τα "όχι" μας στην καθημερινή μας ζωή. Να παρατηρήσουμε πόσο αποδεκτό και σεβαστό είναι μια γυναίκα να λέει "όχι" σήμερα σε οποιαδήποτε συνθήκη.
Όταν με ρώτησαν τα παιδιά μου για το θέμα της παράστασης, τους είπα ότι είναι μια παράσταση για τα "όχι" μας και πώς αυτά πρέπει να γίνονται σεβαστά από τους άλλους ανθρώπους. Μεγαλώνω δύο αγόρια σε μια κοινωνία που, στο μέλλον, το δικαίωμα της συναίνεσης χρειάζεται να είναι κατοχυρωμένο και αυτονόητο. Είναι σημαντικό σήμερα οι μητέρες που μεγαλώνουμε αγόρια να τους μάθουμε να σέβονται τους άλλους. Ευτυχώς, πλέον, χαρακτηριστικά όπως η δύναμη, με τα αρρενωπά μάτσο χαρακτηριστικά θεωρείται υπερτιμημένη ως προσόν. Έχει σημασία τι γίνεται μέσα στα σπίτια μας, αλλά ό,τι συμβαίνει στην κοινωνία έχει σημαντικό αντίκτυπο στα παιδιά. Η κοινωνία έχει μεγάλη ευθύνη στο να αλλάξει ο τρόπος που θα τα μεγαλώνουμε. Όταν η συγκεκριμένη παράσταση παιζόταν στην Αγγλία, πήγαιναν τα λύκεια και την έβλεπαν. Δεν ξέρω αν εδώ θα προκαλέσει το ίδιο ενδιαφέρον σε κάποιους.

Η ηρωίδα λέει κάποια στιγμή: "Η κοινωνία πιστεύει ότι αν περάσεις στη Νομική είσαι κάποιος. Όλοι φαίνεται να το πιστεύουν. Όλοι εκτός από εμένα”. Εκείνη πίστευε περισσότερο στον Νόμο. Σε αυτή την πίστη της είδα τη δική μου πίστη για το θέατρο. Έπαιξε μεγάλο ρόλο η δική μου σχέση με το θέατρο. Είναι μια σχέση αφοσίωσης που με βοήθησε να καταλάβω τη σύνδεση της Τέσσα με τον Νόμο, τη δικαιοσύνη και το Σύνταγμα. Να κατανοήσω την προδοσία που υφίσταται και νιώθει όταν αυτό το σύστημα δεν την προστατεύει και δεν τη δικαιώνει.
Γιατί ένα άλλο θέμα που θίγει το έργο είναι αυτό ακριβώς, και δεν ισχύει μόνο για την Ελλάδα, αλλά για όλον τον κόσμο: η πίστη των ανθρώπων στους νόμους. Η εμπιστοσύνη μας στη δικαιοσύνη έχει κλονιστεί και συνεχίζει να κλονίζεται. Και αυτό είναι μεγάλο πλήγμα. Εκτός από ανασφάλεια, μας προκαλεί και κάτι ακόμα: όταν νιώθεις απροστάτευτος, δεν έχεις κίνητρο να είσαι σωστός απέναντι σε μια σάπια και διεφθαρμένη κοινωνία.
Όταν ο Γιώργος Οικονόμου μου πρότεινε αυτό το κείμενο, είχα έναν δισταγμό επειδή ήταν μονόλογος. Η εμπειρία της παράστασης Κατερίνα για εμένα είναι φανταστική, δυνατή και καθοριστική για τη ζωή και την καριέρα μου. Γι' αυτό είχα πει ότι δεν θα ξανακάνω μονόλογο, ώστε η Κατερίνα να μη συγκριθεί με τίποτα άλλο. Επίσης, είχα δεύτερες σκέψεις, γιατί ξέρω από μέσα τις δυσκολίες του εγχειρήματος και τη μοναξιά που έχει. Όμως όταν διάβασα το κείμενο, εκτός του ότι κατάλαβα ότι πρόκειται για ένα συγκλονιστικό έργο, θεώρησα ότι ήταν και χρέος μου να δεχτώ την πρόταση. Με πέτυχε και σε μια στιγμή εσωτερικής αναζήτησης σχετικά με το πόση πραγματικά δύναμη και ποιον αντίκτυπο έχει στην κοινωνία το θέατρο και κατά πόσο εμείς, οι άνθρωποί του, πιστεύουμε σε αυτά. Αναρωτιόμουν, δηλαδή, κατά πόσο κάνουμε κάτι σημαντικό από σκηνής και αν, τελικά, αυτό είναι για τους θεατές κάτι παραπάνω από ένα στόρι στο Instagram. Το Prima Facie με βρήκε σε αυτή τη διεργασία και ήρθε να μου αποδείξει έμπρακτα ότι το θέατρο έχει δύναμη όχι μόνο να επηρεάσει τον κάθε θεατή, αλλά και να αλλάξει το ίδιο το σύστημα. Όταν το έργο παίχτηκε στην Αγγλία, όντως το είδαν μερικοί δικαστικοί και πρότειναν να αλλάξουν κάποιοι νόμοι. Οπότε αυτή η παράσταση ήρθε για να μου υπενθυμίσει έμπρακτα ότι το θέατρο μπορεί να επιφέρει κοινωνικές μεταβολές και μετακινήσεις.
Αισθάνθηκα, λοιπόν, ότι είχα χρέος να αφηγηθώ αυτή την ιστορία και να μιλήσω για το συγκεκριμένο θέμα και αυτό είναι κάτι που υπερβαίνει τη δική μου ανασφάλεια, αναστολή, τη δική μου ερμηνεία, τη δική μου παρουσία και επίδοση. Ήταν κάτι μεγαλύτερο από εμένα. Είναι από αυτές τις ευεργετικές φορές που δεν με νοιάζει να είμαι εγώ καλή, αλλά να ακουστεί το κείμενο. Αυτό είναι ένα τεράστιο δώρο όταν συμβαίνει, γιατί σε κάνει να βγαίνεις από τον εαυτό σου. Τότε καταλαβαίνεις ότι είσαι κάτω από την τέχνη και πέρα από την ιστορία. Αυτό, κανονικά, θα έπρεπε να ισχύει πάντα. Οι ηθοποιοί είμαστε το μέσο. Το σωστό θα ήταν να αναζητάμε και να έχουμε σε προτεραιότητα την ιστορία και όχι τις δικές μας επιδόσεις, από την άλλη όμως υπάρχει τέτοια ματαιοδοξία, που καμιά φορά πέφτουμε στην παγίδα να ανησυχούμε για το πόσο καλοί είμαστε. Το θέατρο όμως δεν είναι ένας μοναχικός αγώνας ταχύτητας, αλλά κυρίως ένας αγώνας αντοχής. Και δεν είναι ατομικό, αλλά ομαδικό άθλημα. Εγώ γι' αυτό το επέλεξα.
Επίσης, δεν γίνεται να παρακολουθήσει κάποιος την παράσταση και να μη δει πόσο αυτοαναφορικό είναι το έργο για το ίδιο το θέατρο, με όλες αυτές τις καταγγελίες σεξουαλικής κακοποίησης και τις δικαστικές υποθέσεις να είναι ακόμα ανοιχτές. Στον χώρο του θεάτρου, ακόμη και αν δεν υπήρξε πλήρης εξυγίανση, μπήκαν μερικά πράγματα στη θέση τους και στο εξής κάποιοι άνθρωποι θα είναι περισσότερο προσεκτικοί, ενώ κάποιοι άλλοι πιο δυνατοί να μιλήσουν αν κάτι τους συμβεί. Το θέατρο όμως είναι μια πολύ μικρή κοινότητα της ελληνικής κοινωνίας. Ελπίζω η αλλαγή να συμβεί σε όλους τους χώρους".
Info: Το έργο Prima Facie παίζεται στο θέατρο Πορεία. Μετά το Πάσχα, η Λένα Παπαληγούρα θα πρωταγωνιστεί στην παράσταση Όσα Παίρνει ο Άνεμος στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
Στην κεντρική φωτογραφία η Λένα Παπαληγούρα φοράει Σακάκι και παντελόνι, COS. Γόβες, ZARA. Κολιέ και δαχτυλίδια, από προσωπική συλλογή.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ: ΜΑΡΙΟΣ ΚΑΖΑΚΟΣ
STYLING: ΒΙΒΙΑΝ ΡΟΥΒΕΛΑ
Mακιγιάζ-μαλλιά: Σοφία Σαρηγιαννίδου/This is Not Another Agency